Back to top
Δευτέρα, 26 Δεκεμβρίου, 2022 στις 4:45μμ | Κατηγορία: Εκδηλώσεις | Ν.Δ.Κ.
ΑΝΑΒΙΩΣΗ ΤΗΣ “ΧΟΙΡΟΣΦΑΓΗΣ” ΑΠΟ ΤΗΝ “ΜΠΙΛΙΑΣ FARMS” ΣΤΗ ΒΛΑΧΕΡΝΑ!

foto: TAM

*** Η ΓΟΥΡΝΟΣΦΑΓΗ (του αειμνήστου λαογράφου Φίλιππα Κολιόπουλου)

Πολύ κέφι και καλαμπούρι είχε η σφαγή των γουρουνιών. Οι γυναίκες από ημέρες καθάριζαν το σιτάρι και το έτριβαν σε μια μεγάλη πλάκα με το λιτρίβι, ένα στρογγυλό ποταμίσιο λιθάρι έκαναν το μπολουγούρι για την οματιές και γέμιζαν με διάφορα μπαχαρικά τα παχιά άντερα και την έψηναν στο φούρνο ή στην μπουγάνα.

Πρωί-πρωί έμπαινε το λεβέτι στη φωτιά, να γίνει θερμό το νερό για τα ποδοκέφαλα, να τα μαδήσουν και να πλύνουν και τα άντερα και για άλλες δουλειές. Αφού ήσαν όλοι οι άντρες στο πόδι, διότι τότε τα γουρούνια τα έσφαζαν μαζί οι συγγενείς. Είχαν έτοιμα τα κάρβουνα με το λιβάνι, το λεμόνι καρφωμένο σε ένα μακρύ ξύλινο σουβλί για να το βάλουν στο στόμα του γουρουνιού όταν ξεψύχαγε, για να είναι νόστιμο το κρέας του, όπου το γουρούνι από την απελπισία του το δάγκωνε και το μάσαγε ξεψυχώντας!

Αφού το έσφαζε ο σφάχτης οι άλλοι το πλάκωναν να μην τους φύγει. Αυτός που είχε τα κάρβουνα με το λιβάνι έλεγε το «Πάτερ ημών». Ο “Δήμιος” που το έσφαζε, έβγαζε τον καρύτζαφλα και τον έψηναν και όλοι έπρεπε να πάρουν λίγο μεζέ να πιούνε ένα ποτήρι να ειπούνε καλοφάγοτο στο νοικοκύρη.

Οι πατσατζήδες έπαιρναν τα ποδοκέφαλα και την ουρά και τα μάδαγαν με θερμό νερό. Με αυτά φτιάχναμε την περίφημη πατσά την πηχτή και της έριχναν μετά το βράσιμο στουμπισμένο σκόρδο και ξύδι που έγλειφες τα δάχτυλα σου.

Ο “χειρούργος” που έβγαζε τα άντερα και τα συκωτοπλέμονα κάπου κοίταζε και αν ήταν έγκυος η νοικοκυρά τις έλεγε τι παιδί θα γεννήσει. Στο παραγώνι ήταν ο Αντεράς και πάνω στο σοφρά ξεχώριζε τα άντερα τα χοντρά από τα ψιλά. Τα χοντρά για οματιές και τα ψιλά για λουκάνικα. Γινόταν στους πατσατζήδες επιθεώρηση, αν τα μάδησαν καλά διότι υπήρχαν κυρώσεις αν άφηναν τρίχες τους τιμωρούσαν και δεν τους έδιναν ούτε κρασί ούτε μεζέ.

Αλλά το πιο καλύτερο για τους μικρούς ήταν η φούσκα, τη φουσκώναμε, της ρίχναμε αραποσιτόσπυρα, τη βροντάγαμε και παίζαμε. Μετά τη γέμιζαν βασιλικόξυγκο από την μπόλια που ήταν φάρμακο μαζί με ελατόπισσα για τις πληγές, πρηξίματα και τσιρίλους.

Όλη την ημέρα γινόταν γλέντι τρικούβερτο και φαγοπότι. Έσμιγαν οι συγγενείς, τα σόϊα – και μαλωμένοι να ήσαν τα έφτιαχναν και αγαπιώσαν – έριχναν στη θράκα τους μεζέδες, κολάτσιζαν και πήγαιναν να σφάξουν άλλο.

Στον τελευταίο τρώγανε μαγειρευτό με σέλινα αυγολέμονο. Τη δεύτερη ημέρα το έγδερναν με προσοχή να μην τρυπήσουν το τομάρι, το έκοβαν φασκιές για γουρνοτσάρουχα, αφού το αλάτιζαν με πολύ αλάτι να ψηθεί και να αργάσει. Την τρίτη μέρα το έλιωναν το ξύγκι και έβγαζαν τη γουρναλοιφή και τις περιβόητες τσιγαρίδες. Έβραζαν και το κρέας, το αλάτιζαν λίγο αρμυρό και το έβαζαν στη λαγήνα, ανακατεμένο με κομμένα λουκάνικα αφού πρώτα του έριχναν διάφορα μπαχαρικά (παστό).

Σχολιάστε

Όνομα (υποχρεωτικό)

Email (υποχρεωτικό)

Τηλέφωνο

Σχόλια