ΤΟΠΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ (του Διονυσίου Χρ. Κουτσούγερα)
Λέξεις που χάθηκαν ή χάνονται…
Διαβάστε τι σημαίνουν!!
H
Ήρα: ζιζάνιο των δημητριακών
Ήσκα: μύκητας που είναι εύφλεκτος
Θ
Θυγατέρα: κόρη
Θεομαχιέται: φωνάζει να βρει το δίκιο του
Θελήματα: μικρές δουλειές
Θρύψαλα: μικρά κομμάτια
Θρέφω: Ταΐζω
Θέρμη: ρίγος, πυρετός
Θράκα: τα κάρβουνα μόλις σβήσει η φλόγα
Ι
Ινάτι: πείσμα
Ίσια: ευθεία
Κ
Κατόϊ: σταύλος στο ισόγειο του σπιτιού
Κακάροσε: πέθανε
Κατσιμπούλα: πεταλούδα
Καρτεράω: περιμένω
Κάθικο: πιάτο χάλκινο
Καρκάνιασα: πάγωσαν τα χέρια μου από τον πάγο
Κατάλακα: σε κοινή θέα
Κατσουφάρα: ομίχλη
Κατσουλάω: Μπουσουλάω
Κάργα: σφιχτά, γερά δεμένο
Κεσάτια: αναδουλειές
Καζάντησε: πρόκοψε
Κάλιασε: ταίριαξε
Κολίνες: καρποί αμυγδάλων, καρυδιών.
Κουτουλάω: χτυπώ με το κεφάλι ή νυστάζω
Κλάροσα: έμεινα νηστικός όλη μέρα
Καλιγώνω: πεταλώνω
Κουντίνα: τρομάρα
Κουτουράω: τολμάω
Κρούξω: Πειράξω
Καρκασέλι: γυμνός
Καψόνιασα: Δίψασα πολύ
Κιτάπια: γραπτά ντοκουμέντα
Κακάβι: καζάνι μεγάλο
Καφουρίζει: αρχίζει και χιονίζει
Καρμίρης: τσιγκούνης
Κολοκλόθει: δεν απομακρύνεται
Κορκοσάλι: χαλάζι
Κουτσιούβελα: πολλά μικρά παιδιά
Καράφα: Κανάτα
Κουτσικιέλες: ψευτιές και τρέλες νεανικές
Καρίτζαφλος: λάρυγγας
Κατσούλα: γάτα
Κιλίμι: χαλί
Κλωνά: κλωστή
Κοκολόγημα: επίπονο μάζεμα λίγων μικρών καρπών
Κόμπια: οι αρθρώσεις του σώματος
Κόνξες: κόλπα
Κορακοζώητος: ζει πολλά χρόνια
Κορίτα: ποτίστρα ή ταΐστρα ζώων
Κουρμπέτι: σεργιάνι, ταξίδι
Κουσούρι: ελλάτωμα
Κοψοχρονιά: μισοτιμής
Λ
Λαφτακάει: παίζει μέσα σε νερό
Λούρα: βέργα
Λούμπα: λακκούβα με νερό
Λουμώνω: κρύβομαι, σκύβω
Λακάω: φεύγω τρέχοντας
Λάτα: ντενεκές
Λεβέτι: μεγάλο καζάνι
Λακριντί: κουβέντα με τις ώρες
Λαμπρή: το Πάσχα
Λατζίτες: τηγανίτες
Λάου-λάου: σιγά-σιγά
Λιάρος: ασπρόμαυρος
Λάβρα: μεγάλη ζέστη
Λίμπα: δοχείο αποθήκευσης λαδιού
Λινάτσα: τσουβάλι
Λελούδι: λουλούδι
Λόρδα: πείνα
Λούτσα: μούσκεμα
Λέτσος: ατημέλητος
(συνεχίζεται…το άλλο Σαββατοκύριακο!)